Αντιμετωπίζω τη γλώσσα όχι μόνο σαν αντικείμενο μάθησης αλλά και σαν εργαλείο μάθησης

«Ακολουθώ στην τάξη μου την επικοινωνιακή προσέγγιση του γλωσσικού μαθήματος» σημαίνει ότι αντιμετωπίζω τη γλώσσα όχι μόνο σαν αντικείμενο μάθησης αλλά και σαν εργαλείο μάθησης. Σημαίνει δηλαδή ότι επεξεργάζομαι μαζί με τα παιδιά τα κείμενα, όχι μόνο για να αποκτήσουν λεξιλόγιο και γλωσσικές δομές, ούτε μόνο για να κάνουν γραμματικές ασκήσεις, αλλά για να αποκτήσουν γνώσεις που θα τις συνδέσουν με βιώματά τους ή με γνώσεις που θα προκύψουν από άλλα μαθήματα.

Σημαίνει ότι κινητοποιώ τα παιδιά ώστε να επεξεργαστούν τα κείμενα με τρόπο που θα τα οδηγήσει στο

  • να κάνουν υποθέσεις (ποιος να πουλάει αυτό το σπίτι; Ποιος άραγε θα το αγοράσει; κτλ.),
  • να θέσουν ερωτήματα τα οποία θα θελήσουν να απαντήσουν (πού αλλού μπορούμε να βρούμε ένα σπίτι; Τι άλλο βρίσκουμε στις μικρές αγγελίες; Έχουν όλες οι εφημερίδες μικρές αγγελίες; Τι άλλα είδη κειμένων έχουν οι εφημερίδες;),
  • να συσχετίσουν πληροφορίες,
  • να αποκτήσουν τελικά μια σειρά από δεξιότητες που δεν είναι μόνο γλωσσικές.
Αυτή η πτυχή της επικοινωνιακής προσέγγισης λείπει τελείως από τη 2η σκηνή, στην οποία ο εκπαιδευτικός επεξεργάζεται τις μικρές αγγελίες σαν ένα κείμενο που το μόνο που μπορεί να προσφέρει στα παιδιά είναι λεξιλογικές γνώσεις. Εντούτοις πρόκειται για έναν τύπο κειμένου που τα παιδιά ενδέχεται να έχουν ξανασυναντήσει και του οποίου, επομένως, μπορούν να εντοπίσουν και να σχολιάσουν τη λειτουργικότητα. Η συζήτηση-επεξεργασία αυτού του κειμενικού τύπου μπορεί να τα οδηγήσει στην επεξεργασία μιας εφημερίδας, στο θέμα της κατοικίας κτλ., να αποτελέσει δηλαδή αφορμή για μια σειρά από ερωτήματα τα οποία ο εκπαιδευτικός μπορεί να χειριστεί παραπέμποντας τα παιδιά σε επιπλέον υλικό και ακολουθώντας τη διαθεματική προσέγγιση της γνώσης. Εννοείται ότι μέσα από όλη αυτή την αλληλεπίδραση επιτυγχάνονται και γλωσσικοί στόχοι, και μάλιστα περισσότεροι από αυτούς που θα εξυπηρετούσε μια στατική (όπως αυτή της 2ης σκηνής) επεξεργασία αυτού του είδους κειμένου.