Η ιδέα για τη δημιουργία των «Κλειδιών και Αντικλειδιών» μου ήρθε, όταν στο τέλος της πρώτης τριετίας του προγράμματος διαπίστωσα ότι τα δύο κεντρικά παιδαγωγικά- πολιτικά ζητήματα, με τα οποία είχαμε καταπιαστεί με πολλαπλούς τρόπους στην επιμόρφωση από το 1997-2000, δεν είχαν κατακτηθεί. Πρόκειται για τη διαθεματική προσέγγιση της γνώσης και την αποδοχή της ετερότητας και του βιώματος του «άλλου». Και τα δύο αυτά σημεία αποτελούν κομβικά σημεία για να λειτουργήσουν οι εκπαιδευτικοί αποτελεσματικά σε οποιαδήποτε παιδαγωγική συνθήκη και, πολύ περισσότερο, σε μια συνθήκη με τις ιδιαιτερότητες της μειονοτικής εκπαίδευσης στη Θράκη.

Για το λόγο αυτό σκέφτηκα ένα επιμορφωτικό-παιδαγωγικό εργαλείο που θα επέτρεπε τόσο μέσα από τη μορφή του, όσο και από το περιεχόμενό του, τη συνεχή επεξεργασία αυτών των δύο σημείων. Ένα υλικό που θα έδινε απαντήσεις σε συγκεκριμένα «παιδαγωγικά» ερωτήματα της καθημερινής διδακτικής πρακτικής, όχι με άμεσες λύσεις-εφαρμοσμένες συνταγές, αλλά μέσω μιας πρότασης για πολυπρισματική ανάγνωση της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Μια γέφυρα ανάμεσα στην ακαδημαϊκή γνώση και την καθημερινή διδακτική πρακτική.

Οι πολλαπλές ματιές των συγγραφέων, από διαφορετικές κάθε φορά επιστημονικές σκοπιές, διασφάλιζαν καταρχήν τη διαθεματική προσέγγιση. Επίσης οι συνεχείς παραπομπές, τα «ματάκια» σε κάθε κείμενο, στην επεξεργασμένη για την ηλεκτρονική μορφή παρουσίασή του, ενίσχυαν αυτή την αντίληψη. Ένα συνεχές πέρασμα από τη μια οπτική στην άλλη, μια συνεχής αμφισβήτηση του αυτονόητου και της μονοσήμαντης ερμηνείας των πραγμάτων. Ένας συνεχής διάλογος ανάμεσα στα κείμενα και τις επιστήμες που τα υποστηρίζουν.